Categories
5η Μάη

Για την 5η Μάη…

Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην πλημμυρισμένη από κόσμο Αθήνα της Τετάρτης 5 Μαίου 2010 είναι τόσο δύσκολο να γίνουν κατανοητά, να αναλυθούν, να ερμηνευτούν.

Δύο κόσμοι βρέθηκαν πάλι σε σύγκρουση. Ο ένας, ο παλιός σάπιος κόσμος της εξουσίας, της καταστολής με τις ορδές των ΜΑΤ και τους έμμισθους κονδυλοφόρους των ΜΜΕ, της λεηλασίας με τους πολιτικούς πίσω από τα έδρανα να συνομοτούν εναντίον της κοινωνίας, της υποταγής με τα αφεντικά να υποβάλλουν τους εργαζόμενους στα συνήθη παιχνίδια δοκιμασίας της αξιοπρέπειας τους.

Απέναντι του ο κόσμος της αντίστασης, της ανυπακοής, της αμφισβήτησης φάνταζε πρωτόγνωρα δυνατός με τις 200.000 κόσμου που κατέκλυσαν κάθε δρόμο της μεγαλούπολης, κάθε γωνιά της. 200.000 άνθρωποι, μία μεγάλη αγκαλιά, συνευρέθηκαν με αφορμή το αίτημα απόσυρσης των αντικοινωνικών μέτρων, που η οικονομική ελίτ του καπιταλισμού παγκόσμια και εγχώρια επιβάλλει ως μοναδικό μέσο σωτηρίας της οικονομίας. Το πλήθος εναντιώθηκε στο φόβο και την απελπισία, που το διεφθαρμένο και ξοφλημένο πολιτικό σύστημα και τα φερέφωνα του καθημερινά διοχετεύουν, επιλέγοντας να ξεδιπλώσει οργή εναντίον του και με πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα αριθμητική συμμετοχή σε συγκρούσεις προσπάθησε να εισβάλλει στη βουλή. Εκτυλίχθηκαν ασταμάτητες επιθέσεις κατά των αστυνομικών δυνάμεων και της βουλής από μερικές χιλιάδες κόσμου. Την ίδια στιγμή κάποιες άλλες δεκάδες χιλιάδες στοιβαγμένες επί της φιλλελήνων, της ερμού και της μητροπόλεως τους ενθάρρυναν φωνάζοντας «να καεί να καεί το μπουρδέλο η βουλή» αντιστεκόμενοι όλοι μαζί, παρά το τεράστιο σύννεφο καπνού που σχημάτιζαν οι ασταμάτητες ρίψεις δεκάδων δακρυγόνων. Αυτή είναι η εικόνα που τα μέσα αναπαρήγαγαν ως «ειρηνική διαδήλωση που αμαυρώθηκε από λίγους κουκουλοφόρους».

Δυστυχώς όμως μέσα στη μεγαλειώδη διαδήλωση, στον ενθουσιασμό του πλήθους, στο ασίγαστο πάθος του και στη συγκρουσιακή του ορμή, που τρόμαξε τόσο τους χιλιάδες αστυνομικούς αλλά και το πολιτικό και οικονομικό σύστημα του τόπου και όχι μόνο, ένα τραγικό γεγονός έμελε να τα επισκιάσει όλα. Η φωτιά από μολότωφ σε υποκατάστημα της τράπεζας MARFIN οδήγησε σε θάνατο από αναθυμιάσεις τρεις εργαζόμενους. Την Παρασκευή Ζούλια, την Αγγελική Παπαθανασοπούλου και τον Επαμεινώνδα Τσακάλη, τους οποίους η εργοδοτική τρομοκρατία του μεγαλοεπιχειρηματία βγενόπουλου και κάποιων διευθυντικών στελεχών εγκλώβισαν μέσα στο νεοκλασικό κτίριο με τα ανύπαρκτα μέσα πυροπροστασίας, με την απουσία εξόδων διαφυγής και άθραυστων υαλοπινάκων ασφαλείας, υπό την απειλή απόλυσης, όπως άλλωστε καταγγέλλουν εργαζόμενοι της MARFIN. Παράλληλα στους δρόμους πραγματοποιούνταν η ογκοδώστερη ίσως μεταπολιτευτική διαδήλωση. Θα ήταν εγκληματικά αφελές, όπως άλλωστε και αποδείχτηκε, να πιστεύει κάποιος ότι ο συνδυασμός πλήθους και οργής, που τα μέτρα έβγαλαν στους δρόμους δεν θα δημιουργούσε ένα εκρηκτικό μίγμα με κύριο αποδέκτη των επιθέσεων του τους φορείς της κρατικής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας, αστυνομία, κρατικά κτίρια και τράπεζες. Τις τράπεζες που αποτελούν πλέον στη συνείδηση της πλειονότητας των ανθρώπων, τον κυριότερο φορέα δυστυχίας που απλώνει ο καπιταλισμός σε ολοένα και περισσότερες μεριές του πλανήτη, κάτι που φάνηκε εμπράκτως στη διαδήλωση με τον κόσμο να επευφημεί κάθε φορά που κάποια τράπεζα δεχόταν επίθεση. Παρόλα αυτά κάποιοι προτίμησαν να αναγκάσουν τους εργαζόμενους να δουλέψουν χωρίς να αναλάβουν τις τεράστιες ευθύνες που τους αναλογούν.

Κάποιες χιλιάδες κόσμου που είχαν παραμείνει στους δρόμους, μετά τις πολύωρες συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής, επιχειρούσαν παρόλη την κόπωση να ξανακινηθούν από τα προπύλαια προς τη βουλή, διαμέσου ομόνοιας και σταδίου, με συγκρουσιακές διαθέσεις. Στην MARFIN όμως ο κόσμος σταματούσε, αφού ήδη κυκλοφορούσε η είδηση για το συμβάν. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα που ακροβατούσε ως φήμη, διατηρώντας ζωντανές τις ελπίδες του πλήθους ότι πρόκειται για κάποιο επεχθές παιχνίδι της εξουσίας και των μμε, η είδηση επιβεβαιώθηκε και όλοι αποχωρούσαν παγωμένοι. Οι μπάτσοι, χωρίς κανένα λόγο και ενώ το πλήθος υποχωρούσε, εκμεταλλεύτηκαν την αναστροφή του κλίματος και επιτέθηκαν με αγριότητα εκτοξεύοντας δακρυγόνα και κρότου-λάμψης. Σχεδόν ταυτόχρονα, μετά από εντολή του υπουργείου προπο και την αναγγελία για απαγόρευση κυκλοφορίας, ξεκινούσε ο αποκλεισμός μίας τεράστιας έκτασης στο κέντρο της πόλης από όλων των ειδών μπάτσους, ΜΑΤ, δέλτα, ζήτα, δίας, ασφαλίτες. Διμοιρίες των ματ και δυνάμεις δίας επιτέθηκαν αναίτια, με χειροβομβίδες κρότου-λάμψης και πυροβολισμούς, στην κατάληψη «Χώρος Ενιαίας Πολύμορφης Αναρχικής Δράσης» επί της οδού Ζαϊμη, όπου και προσήγαγαν 11 ανθρώπους, εισέβαλλαν στο Στέκι Μεταναστών στην οδό Τσαμαδού και σε καφετέριες των Εξαρχείων προκαλώντας εκτεταμένες ζημιές, ενώ προσήγαγαν όποιον κυκλοφορούσε στους γύρω δρόμους. Η καταστολή στο ζενίθ.

Τα μέσα που είχαν αναστείλλει την απεργία τους εξαιτίας των γεγονότων, άδραξαν την ευκαιρία και ασελγώντας επί των θυμάτων, εκτέλεσαν με ακρίβεια τις διαταγές που είχαν λάβει. Έσπευσαν να στήσουν το σύνηθες κατηγορητήριο, ενοχοποιώντας απερίφραστα τον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο, υποδεικνύοντας τον ως υπεύθυνο για το τραγικό συμβάν, αφαιρώντας πλήρως τις τεράστιες ευθύνες της ηγεσίας της MARFIN. Η πάγια τακτική αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης. Ένας χώρος που έχει αποδείξει τον σεβασμό του στην ανθρώπινη ζωή, με κινήσεις αλληλεγγύης σε μετανάστες και γηγενείς και θύματα κατ’ευφημισμόν εργατικών ατυχημάτων να στέκεται με την πλάτη στον τοίχο, ενώ κράτος και κεφάλαιο που οπλίζουν το χέρι δολοφόνων και θυσιάζουν ανθρώπους στο βωμό της ανάπτυξης και του κέρδους να βρίσκονται στο απυρόβλητο. Καμία αναφορά για τις ευθύνες βγενόπουλου. Δεν περιμέναμε βέβαια κάτι διαφορετικό ούτε και τρέφουμε αυταπάτες, για το γεγονός ότι η πολιτική και οικονομική ηγεσία θα χρησιμοποιούσε το τραγικό περιστατικό για να εντείνει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια που καταβάλλει να στοχοποιήσει και να καταστείλει τον πλέον ριζοσπαστικό πολιτικό χώρο. Είναι δεδομένοι οι φόβοι και η αγωνία τους, ιδιαίτερα στην οικονομική συγκυρία που ζούμε μήπως και συνευρεθούν η σκέψη, ο λόγος και οι πρακτικές των αναρχικών με την λαϊκή οργή που καθημερινά συσσωρεύεται. Όσο εντείνεται η υφαρπαγή εργασιακών κεκτημένων και η λεηλασία των ζωών μας με την οικονομική αφαίμαιξη που μας αναγκάζουν δια της βίας να υποστούμε για να μη καταρρεύσει το χρεοκοπημένο σύστημα τους οι φόβοι αυτοί μεγαλώνουν. Έχουν άλλωστε κάθε λόγο να τρομάζουν μετά τα δεκεμβριανά και την ανήλεη επίθεση των ανθρώπων στα σύμβολα του παρηκμασμένου κόσμου, μια επίθεση που επαναλήφθηκε την 5η Μαίου.

H ευθύνη που αντιστοιχεί στον βγενόπουλο, δεν απαλλάσει τους φυσικούς αυτουργούς, άτομα και ομάδες ανθρώπων ο οποίοι οικειοποιούνται τις πρακτικές του αναρχικού-αντιεξουσιαστικού χώρου, χωρίς όμως τα απαραίτητα ιδεολογικά και ηθικά χαρακτηριστικά ελλείψει των οποίων η κοινωνική αντιβία από απελευθερωτική διαδικασία μετατρέπεται σε κοινωνικό κανιβαλισμό. Δεν σκοπεύουμε να αποφύγουμε την πραγματικότητα, ούτε να καλυφθούμε πίσω από θεωρίες συνομωσίας. Αν το κάψιμο μίας τράπεζας ισοδυναμεί με την καταστροφή ενός εχθρικού συμβόλου, ο θάνατος ανθρώπων μέσα σε αυτήν, ως αποτέλεσμα δράσης που προκύπτει από την ανοχή σε πρόσωπα και καταστάσεις, δημιουργεί κίνδυνο να μετατραπεί, στις συνειδήσεις των ανθρώπων, ο κόσμος ελευθερίας και αξιοπρέπειας για το ρίζωμα του οποίου καθημερινά παλεύουμε, σε κόσμο ολοκληρωτισμού. Ο τρόπος με τον οποίο εκτυλίχθηκε η εμπρηστική επίθεση στη MARFIN, είτε είναι αποτέλεσμα εγκληματικής αμέλειας, είτε αδιαφορίας σε βαθμό κυνικότητας, είτε δολοφονικής ενέργειας, είναι προϊόν μιας μηδενιστικής αντίληψης που χρησιμοποιεί τη βία ως αυτοσκοπό και μέσο επιβολής, που αναγνωρίζει μόνο τον εαυτό της ως εξεγερτικό υποκείμενο και στρέφεται εναντίον όλων. Πρόκειται ουσιαστικά για τη βία που θέλουμε να ανατρέψουμε, νοσηρό δημιούργημα της εξουσίας και των ανταγωνιστικών σχέσεων που αναπαράγει, προς όφελος του ο καπιταλισμός. Αντίθετα, η κοινωνική αντιβία προκύπτει ως η φυσική αντίδραση των εξουσιαζόμενων ενάντια στη βία των εξουσιαστών. Χαρακτηρίζεται από σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή, έχει ως στόχο συγκεκριμένα σύμβολα και φορείς εκμετάλλευσης και καταπίεσης.. Αποτελεί μέσο συνοχής και όπλο στα χέρια των καταπιεσμένων στον κοινωνικό-ταξικό πόλεμο ενάντια σε αφεντικά και εξουσία.

Ο επαναπροσδιορισμός του κράτους και η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ελληνική πραγματικότητα, απαιτούν την κοινωνική συναίνεση, την πειθαρχία, την υπακοή. Μόνο έτσι οι εξουσιαστές θα εκπονίσουν το πρόγραμμα εξαθλίωσης και δυστυχίας που έχουν ήδη εξαγγείλει, χωρίς να βγουν λαβωμένοι από την θεσμική και οικονομική κρίση, που δημιουργεί ολοένα και μεγαλύτερες ρωγμές στις βεβαιότητες. Η αφήγηση τους αλλάζει συνεχώς δεδομένα. Από τη σωτηρία της πατρίδας και την αναστήλωση του κράτους έθνους, περνάει στην παραδοχή της αποτυχίας του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος, διατυμπανίζει το κράτος-ασφάλειας και το κράτος-φύλακα της νομιμότητας, που δεν διστάζει να θυσιάσει ακόμη και τα δικά του παιδιά για να διασωθεί. Υποσχέσεις και ελπίδες καθημερινά παρέχονται απλόχερα, μεγαλόστομες δηλώσεις πλημμυρίζουν τα κανάλια, μάταια όμως. Στο υπάρχον πολιτικό και οικονομικό σύστημα η κοινωνία δείχνει ολοένα και λιγότερη αποδοχή, η υπομονή εξαντλείται. Είναι αυτό το δεδομένο που επιτάσσει την ακόμη εντονότερη παρουσία μας στους δρόμους, στις πλατείες, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς και οπουδήποτε άνθρωποι αντιστέκονται και αντιμετωπίζουν τη βαρβαρότητα του εξουσιαστικού συρφετού. Και επειδή οι υποσχέσεις δεν μας αρέσουν, προτιμούμε τις πράξεις, θα μας βρίσκουν μπροστά τους με συνελεύσεις, κείμενα, καταλήψεις, παρεμβάσεις, απεργίες, συγκρούσεις, μαζί με όσους τολμούν να αμφισβητούν τους κυρίαρχους και τη συναισθηματική, διανοητική και υλική φτώχεια που επιβάλλουν. Στο πεδίο των κοινωνικό-ταξικών συγκρούσεων ήμασταν, ήμαστε και θα ήμαστε πάντα στη πρώτη γραμμή.

Ούτε ένα βήμα πίσω

Ενάντια σε κάθε εξουσία

Ενάντια στη λεηλασία της ζωής μας

Αγώνας για την αξιοπρέπεια και την ελευθερία

DeStato

Συνέλευση Περάματος

για την Αλληλεγγύη και τη Δράση

Categories
5η Μάη

Απο τον παλμό της κοινωνικής οργής στο μούδιασμα των αγωνιστών

Τι μεσολάβησε, τι ήταν αυτό που μπόρεσε να διαλύσει μέσα σε μια στιγμή ότι μπορούσε να φέρει μια απο τις μεγαλύτερες απεργίες της μεταπολιτευτικής περιόδου της Ελλάδας; Τι ήταν αυτό που έκανε χιλιάδες αγωνιζόμενους ανθρώπους με την οργή να βγαίνει πηγαία απο μέσα τους να εγκατέλειψουν τους δρόμους μουδιασμένοι και με το χαμόγελο του αγώνα παγωμένο στα χείλη τους;
05/05/10 στο κέντρο της αθήνας εκτιλήχθηκε μια απο τις σημαντικότερες πορείες στα μεταπολιτευτικά χρόνια. Οι διαδηλωτές που ξεπερνούσαν τις 200.000, κατέβηκαν στους δρόμους με δυναμισμό και με μια οργή τόση που δεν οπισθοχωρούσαν στα τόσα χτυπήματα που δέχτηκαν. Έβλεπες οικογένειες ολόκληρες, μανάδες με τα παιδιά τους, απωλημένους, άνεργους νέους, ανθρώπους που ξέρουν πως λεηλατούνται οι ζωές τους με βία καθημερινά και βγήκα να υπερασπιστούν την αξιοπρέπειά τους , ότι μοιάζει να τους έχει απομείνει. Οι δυνάμεις καταστολής στο γνώριμο πια σε όλους ρόλο τους, να προστατεύουν και να προασπίζονται την σαπίλα που θα καταπιεί μια μέρα και αυτούς τους ίδιους, ψεκάζανε συνεχώς με χημικά κάνοντας μερικά σημεία απροσπέλαστα εγκλωβίζοντας τον κόσμο. Παρά τις συνεχόμενες προσπάθειες όμως δεν κατάφεραν να διαλύσουν αυτό το κύμα ανθρώπων, η οργή και το πείσμα ενάντια στην τρομολαγνία τους κρατούσε δυνατούς στους δρόμους…..και μέσα σε όλα αυτά «χώρεσε» η φριχτή απώλεια 3 ανθρώπων. Μα πως θα μπορούσε κάποιος απο όλους αυτούς που βρέθηκαν στο δρόμο να είδε τους εργαζόμενους και να πυρπόλησε τελικά την τράπεζα; Πέθαναν 3 άνθρωποι, τρείς εργαζόμενοι και το ερώτημα που προκύπτει είναι, πότε έγινε η βία αυτοσκοπός; Η είδηση φάνταζε αδιανόητη, κανείς δεν ήθελε να το πιστέψει και όλοι περίμεναν εναγωνίως την διάψευσή της. Τραγικές φιγούρες , μουδιασμένοι αγωνιστές, παγωμένα βλέμματα συνέτασαν το σκηνικό της αποχώρησης….
Για άλλη μια φορά οι υπηρέτες της εξουσίας, οι δημοσιογράφοι, κατάφεραν να αμαυρώσουν τους θανάτους, να τους χρησιμοποιήσουν για τις σκοπιμότητες της εξουσίας, να προσπαθήσουν να συντηρητικοποιήσουν τον κόσμο, να ανακόψουν το ρεύμα της κοινωνικής αντίστασης, ενάντια στα βιαιότερα σχέδιά παράδοσης του κοινωνικού πλούτου στα διεθνή τραπεζικά και χρηματιστηριακά συμφέροντα, που είδαν να ξεχύνετε χτες στους δρόμους του κέντρου. Κατέδειξαν τον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο ως δολοφόνους, αποσιωπόντας πλήρως ως γνήσιοι υπόδουλοι του συστήματος τις εγκληματικές ευθύνες όλων αυτών των αφεντικών που με όπλο τους την εργασιακή επισφάλεια κρατάνε ομήρους τους εργαζομένους. Ήρθε λοιπόν η συγκυρία που τους βόλεψε στον μέγιστο βαθμό. Προπαγάνδιζαν την καταδίκη τέτοιων πρακτικών εδώ και χρόνια, τώρα πια έχουν και τα στοιχεία που τους χρειάζονται για να την στηρίξουν και να πλατήνουν την απήχησή της. Ταυτόχρονα ήρθε μάλλον η στιγμή που και ο βαλόμενος πολιτικός χώρος καλλείται να διαχειριστεί a priori τις μεθόδους και τους τρόπους υλοποίησης τους δίνοντας την σαφή του θέση απέναντι στα γεγονότα.

«Η κρίση είναι μια κρίση συνείδησης, μια κρίση που δεν μπορεί πια να δεχτεί τους παλιούς κανόνες, τα παλιά σχέδια, τις αρχαίες παραδόσεις. Και αναλογιζόμενοι πως είναι ο κόσμος τώρα, με όλη αυτή τη μιζέρια, τις αντιθέσεις, την καταστρεπτική κτηνωδία, τις επιθέσεις και άλλα τόσα.. Ο άνθρωπος έχει μείνει στάσιμος, είναι ακόμα άγριος, βίαιος, επιθετικός, άπληστος, ανταγωνιστικός και δημιούργησε μια κοινωνία μέσα σε αυτά τα όρια»
Τζ. Κρισναμούτρι